Στην κατάμεστη από κόσμο Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Πύργου, παρουσιάστηκε το απόγευμα της Τετάρτης σε μια πολύ ωραία και συγκινητική εκδήλωση, το νέο βιβλίο της Μαρίας Κουτσουνά που έλκει την καταγωγής της από το Αλποχώρι, μια συλλογή διηγημάτων με 13 παράδοξες ιστορίες που έχει τον τίτλο «Το παλτό». Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο της συγγραφέως και ποιήτριας σε πεζό λόγο – το πρώτο ήταν το μυθιστόρημά της «Με μια σταγόνα» από τις εκδόσεις Θερμαϊκός το 2019- ενώ η Μαρία Κουτσουνά έχει εκδώσει επίσης τις ποιητικές συλλογές «Με τρυφερότητα και χωρίς προσμονή» (1987) και τα «Τέσσερα σημεία στον ορίζοντα» (2022) από τις εκδόσεις Εκάτη.
Πολλοί φίλοι, συντοπίτες και βιβλιόφιλοι είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν μια βιβλιοπαρουσίαση υψηλού επιπέδου με διακεκριμένους ομιλητές, καθώς το βιβλίο προλόγισαν οι συγγραφείς Νίκος Ασημακόπουλος, Μαρία Στασινοπούλου, Γιώργος Συμπάρδης και Δημήτρης Δασκαλόπουλος. που αναφέρθηκαν στις 13 ιστορίες της συλλογής διηγημάτων «Το παλτό» που έχουν στοιχεία μυθοπλασίας με πολλές εκπλήξεις και ανατροπές. Η συγγραφέας χρησιμοποιεί μια ρέουσα γλώσσα με δωρική λιτότητα και σαφήνεια, ιστορίες που διηγείται με μια πρωτοφανή άνεση σαν τη ροή ενός παραμυθιού.
Συγκινητική αναδρομή στην παιδική ηλικία
Η ίδια η Μαρία Κουτσουνά παίρνοντας το λόγο, μίλησε πολύ λιγότερο για το βιβλίο της και περισσότερο για την ζωή της, κάνοντας μια αναδρομή στην παιδική της ηλικία στο Αλποχώρι που μεγάλωσε και σε κάποια χαρακτηριστικά γεγονότα που την καθόρισαν και κυρίως την ώθησαν στην γραφή και πρωτίστως στην ποίηση που αγαπά ιδιαίτερα.
Όπως διηγήθηκε, όταν ήταν ακόμα μαθήτρια στο μονοθέσιο σχολείο του Αλποχωρίου, ο δάσκαλός τους ανάμεσα σε όσα τους μάθαινε, τους είπε ότι από τις τέσσερις πράξεις των μαθηματικών, η πιο σπουδαία πράξη είναι η αφαίρεση. « Αυτά του τα λόγια μπορώ να πω ότι με καθόρισαν, μεγαλώνοντας κατάλαβα πραγματικά πόσο σπουδαία πράξη είναι η αφαίρεση και έγινε αξίωμα της ζωής μου».
Στη συνέχεια η κ. Κουτσουνά αναφέρθηκε σε μια ακόμα μικρή ιστορία των παιδικών της χρόνων, όταν σε μια εκδήλωση ένας διασκεδαστής –κάτι σαν το σημερινό stand up comedy– , ζήτησε από το κοινό να πει ορισμένες λέξεις και καταλήξεις και αφού τις συγκέντρωσε προχώρησε στη σύνθεσή τους και έπλασε αυτομάτως μια ιστορία που εντυπωσίασε το κοινό. «Αυτό το πράγμα στα παιδικά μου μάτια, έμοιαζε ως κάτι μαγικό, νόμιζα πως ήταν μαγεία και θέλησα αργότερα να τον μιμηθώ. Κάπως έτσι άρχισα να γράφω ποιήματα με εκείνην την ανάμνηση. Ποιήματα γράφω από νεαρή ηλικία, τα κρατάω σε ένα ημερολόγιο με την ημερομηνία και τον τόπο που το έγραψα, γιατί η έμπνευση μπορεί να μου έρθει παντού, στο δρόμο, στο μετρό, στη δουλειά κ.ο.κ και γι αυτό κρατώ πάντα αυτό το ημερολόγιο.»
Σε ό,τι αφορά τη νέα συλλογή διηγημάτων της, η συγγραφέας ανέφερε ότι «Το παλτό» περιλαμβάνει 13 ιστορίες τις οποίες η ίδια χαρακτηρίζει ως παράδοξες γιατί ενώ η ρίζα της κάθε μιας είναι αληθινή, στην συνέχεια χρησιμοποιεί στοιχεία μυθοπλασίας για να ολοκληρώσει τη διήγηση, δεν είναι δηλαδή μια κατεξοχήν αληθινή ιστορία.
Η ιστορία «Το παλτό» μιλά για την ανάγκη για κοκεταρία, «Η εκδίκηση» είναι μια αναζήτηση της χρησιμότητάς της, «η Μιμή» αναφέρεται στους δύσκολους έρωτες, «Το αγόρι» είναι μια ιστορία σαν παραμύθι κ.ο.κ, δεκατρείς ιστορίες που έχουν κάτι ξεχωριστό να πουν η καθεμιά και μάλιστα η μια καλύτερη από την άλλη, μικρά αυτόνομα διηγήματα.
Μετά την παρουσίαση η κ. Μαρία Κουτσουνά υπέγραψε βιβλία της και συνομίλησε με τον κόσμο, ενώ η ίδια ήταν πράγματι πολύ συγκινημένη που παρουσίασε το νέο της βιβλίο στον τόπο της, σαν μια επιστροφή στη γενέτειρά της.
Η Μαρία Κουτσουνά είναι αρχιτέκτονας νοσοκομειολόγος. Γεννήθηκε στο Αλποχώρι του Πύργου και έχει κάνει λαμπρές σπουδές με μια εξίσου λαμπρή σταδιοδρομία. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Αυστρία και εν συνεχεία έκανε τη διδακτορική της διατριβή στο Βερολίνο με θέμα «Μοντέλα για την οργάνωση της Πρωτοβάθμιας Περίθλαψης στην Ελλάδα υπό το πρίσμα της ιδιαιτερότητας της χώρας». Εργάστηκε στη Βιέννη, στο Βερολίνο και στην Αθήνα όπου και ζει τα τελευταία χρόνια, ενώ επισκέπτεται τακτικά την Ηλεία και τον τόπο καταγωγής της με τον οποίο διατηρεί ισχυρούς δεσμούς.
Ελένη Παπαδοπούλου, εφημερίδα ΠΡΩΙΝΗ
15/12/2023
***
Ένα κριτικό βλέμμα του πολιτικού επιστήμονα, συγγραφέα και ιστορικού ερευνητή, Νίκου Ασημακόπουλου, για το βιβλίο, με τίτλο, “Το παλτό” (13 παράδοξες ιστορίες), της αρχιτέκτονος και λογοτέχνιδας, Μαρίας Κουτσουνά.
Κυρίες και κύριοι, είναι τιμή και χαρά μου να μιλήσω σήμερα για το έργο της ποιήτριας και πεζογράφου, Μαρίας Κουτσουνά, μιας άξιας εκπροσώπου της νεότερης λογοτεχνίας μας .Αν σταθούμε στην ποίησή της, θα τη θεωρήσουμε το ίδιο ποιοτική και ευαίσθητη όσο και η πεζογραφία της. Πολλοί την κατέταξαν στη Ρομαντική Σχολή, αλλά εγώ πιστεύω ότι βαδίζει τον δικό της δρόμο, ντύνοντας την ποίησή της με βαθύ φιλοσοφικό στοχασμό, έντονη υπαρξιακή αγωνία και μια αδιόρατη μελαγχολία που άγγιξε την ψυχή μου
Η Μαρία Κουτσουνά είναι μία διακεκριμένη επιστήμων, που κινείται με την ίδια ευχέρεια τόσο στην επιστήμη της Αρχιτεκτονικής (έχει διακριθεί και με Διδακτορικό σε γερμανικό πανεπιστήμιο) όσο και στον χώρο της τέχνης και του λόγου, όπου εκεί αναγνωρίζεται η υψηλή ποιότητα των κειμένων της.
Γνωρίζουμε, βέβαια, ότι καμιά φορά ή τις περισσότερες φορές, η επιστήμη με τη λογοτεχνία δεν συμπίπτουν. Η Μαρία όμως τα έχει ταιριάξει και τα δύο, γιατί νομίζω ότι μ’ αυτό το χάρισμα ήρθε σ’ αυτήν τη ζωή. Δεν ασχολείται με τον καταναλωτικό άνθρωπο, δεν την ενδιαφέρει η επιφάνεια, αποφεύγει τα κοινά και τετριμμένα και ψάχνει βαθιά μες στις καρδιές των ηρώων της.
Η λογοτεχνική της γραφίδα, η διεισδυτική της ματιά και η εξαίρετη λιτή γλώσσα της σε κάνει να γίνεσαι αμέσως κοινωνός της δράσης των ηρώων της και να συμπάσχεις μαζί τους. Στο βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα, με τίτλο «Το παλτό», καταγράφει παράδοξα γεγονότα και ιστορίες εμβληματικών προσώπων, που πιθανότατα να τα έχει ζήσει η ίδια. Θα δούμε τους ήρωές της να υποφέρουν από τις ανθρώπινες μικρότητες και πάθη, να περνούν μέσα από λιακάδες και σκοτεινιές και να γυρίζουν κάποια στιγμή στην ουσία της ζωής και στις ακατάλυτες αξίες της. Αναμνήσεις, συναισθήματα, μυστικοί έρωτες, παράδοξα γεγονότα φυλάσσονται στην ψυχή της για χρόνια και μετουσιώνονται, όταν φτάνει το πλήρωμα του χρόνου, σε λογοτεχνία.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πηγή γνώσης από ένα άρτια δομημένο βιβλίο με ήθος και λόγο μεστό. Αυτό είναι και το καλογραμμένο πόνημα της Μαρίας Κουτσουνά, που περιέχει μια σφραγίδα του μεταφυσικού και του μεταμοντέρνου.
Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από το διήγημα «Αμυγδαλιά»:
Έφυγα με πόνο διπλό από το κοιμητήριο. Έχασα τη θέση μου «στον κόσμο τον μικρό τον μεγάλο» και το άλλο μισό, τις ρίζες μου. Τι να συμβαίνει τώρα εκεί κάτω στα σκοτάδια; Οι ρίζες τι να σκέφτονται; Σαν τι να ξέρουν; Αναρωτιόμουν όσο ακόμα μπορούσα να το κάνω. Έμεινα μέχρι τέλους αισιόδοξη. Εκείνες πάντα ήξεραν καλύτερα από μένα, είχαν σοφία και δύναμη και με αισιοδοξία θα προσπαθούσαν. Το έκαναν και τα κατάφεραν. Γέννησαν άλλες πολλές μικρές αμυγδαλιές στον τάφο, γύρω απ’ τον δικό μου υπερήφανο κορμό, κι ας ήταν σύρριζα κομμένος, με την ελπίδα πως κάποιες θα γίνονταν σαν και μένα σπουδαίες και όμορφες. Δύσκολα πέρναγε ο καιρός. Δεν έγιναν άλλες συσκέψεις, δεν μπήκαν άλλες υπογραφές. Όμως ήρθαν μια μέρα οι επίτροποι, τις ψέκασαν με δηλητήριο και τις αφάνισαν. Ήθελαν να έχουν ένα νεκροταφείο με στεφάνια και λουλούδια, πλαστικά, ξεθωριασμένα, που όταν φυσάει, δεν μπορούν να υποκλιθούν, κι ο αέρας περνώντας τα ρίχνει από τους σταυρούς ανάμεσα στους τάφους και στα μάρμαρα, πραγματικά σκουπίδια. Όμως εγώ, η αμυγδαλιά, είμαι της φύσης δημιούργημα, και έχει για όλα και για μένα προνοήσει. Κάποια δικά μου αμύγδαλα έχουν φύγει σε άλλους τόπους, σε άλλους κήπους, ίσως και σε άλλα κοιμητήρια, πιο ανθρώπινα. ‘Ίσως εκεί, συμφιλιωμένα με την ομορφιά, τον θάνατο και τις ψυχές, μεγαλουργήσουν, γίνουν ωραίες μεγάλες αμυγδαλιές, και τον Φλεβάρη, πριν το Πάσχα, ολάνθιστες, όπως θα ’ναι, θα θυμίζουν την Ανάσταση, που θα έρθει, στους πιστούς, την αιωνιότητα και τη γαλήνη στους εραστές της ομορφιάς, ακόμα και αν είναι φαντασίωση.
Ας είναι. Όπου και αν υπάρχω εγώ – σε κήπους, δρόμους, αγρούς και όχτους μοναχικούς– θα προσφέρω κάτι, μια σκιά, ένα λουλούδι, ένα αμύγδαλο, ένα τσάγαλο ή μια φωτογραφία.
Εδώ, ο πεζός λόγος της Μαρίας Κουτσουνά συναντάται με την ποίηση. Μοιάζει περισσότερο με στίχο, ώριμο, καλοδουλεμένο, με ευαισθησία για τη φύση και τον άνθρωπο. Και η αμυγδαλιά της μοιάζει με την ζωή του ανθρώπου που περιτριγυρίζεται αέναα από πάθη, πολλούς συναισθηματισμούς και στεναγμούς.
Το ίδιο και στο διήγημά της, «Αντιγόνη». Κάνει ένα συγκλονιστικό ψυχογράφημα της ηρωίδας της, αναπλάθοντας τραγικές μνήμες από διάφορα δραματικά γεγονότα της ζωής της, μέσα σε ένα απόκοσμο και ονειρικό κλίμα, με ευδιάκριτο λυρισμό, που πιστεύω ότι θα συνεπάρει τον αναγνώστη.
Ο Άρθουρ Μίλλερ είχε πει, ότι «όλα μπορείς να τα πεις, ακόμη και μ’ ένα νεύμα ή και μ’ ένα διήγημα».
Έτσι συμβαίνει με την Μαρία Κουτσουνά. Μας προσφέρει έργο σημαντικό για τη σύγχρονη κοινωνία μας, έργο σχεδιασμένο με ανεξίτηλα χρώματα και, προπάντων, ανθρωποκεντρικό.
Με τον λόγο της – εντυπωσιακό πάντα με στόχο την εξιδανίκευση– επιδιώκει την ανύψωση του ηθικού μας, με ύφος απλό, λιτό, έμπνευση και με χάρισμα το ταλέντο. Της ευχόμαστε από καρδιάς πάντα να προκαλεί με την πένα της συναισθηματικούς και κοινωνικούς κραδασμούς, δίνοντάς μας κείμενα υψηλής λογοτεχνικής ποιότητας, όπως τα ποιήματά της, το μυθιστόρημά της και το σημερινό της πόνημα με τα εξαίρετα διηγήματά της. Σας ευχαριστώ.
Φωτογραφίες: Γεωργία Μπούρου